- μυστηρίῳ
- тайне
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
μυστηρίῳ — μυστήριον mystery neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυστηριώτιδας — μυστηριώ̱τιδας , μυστηριῶτις of fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυστηριώτιδες — μυστηριώ̱τιδες , μυστηριῶτις of fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυστηριώτιδος — μυστηριώ̱τιδος , μυστηριῶτις of fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυστηρίωι — μυστηρίῳ , μυστήριον mystery neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Disciplina arcani — or Discipline of the Secret or Discipline of the Arcane, is a theological term used to describe the custom which prevailed in Early Christianity, whereby knowledge of the more intimate mysteries of the Christian religion was carefully kept from… … Wikipedia
μυστήριο — Θρησκευτικό δραματικό είδος που άνθησε κατά τον Μεσαίωνα και προέρχεται από το λειτουργικό δράμα, από το οποίο διαφέρει τόσο κατά τον τόπο όπου παιζόταν όχι πια το εσωτερικό της εκκλησίας, αλλά το προαύλιό της και αργότερα μια πλατεία ή δρόμος… … Dictionary of Greek
ГЕРМЕНЕВТИКА БИБЛЕЙСКАЯ — отрасль церковной библеистики, изучающая принципы и методы толкования текста Свящ. Писания ВЗ и НЗ и исторический процесс формирования его богословских оснований. Г. б. иногда воспринимается как методическая основа экзегезы. Греч. слово ἡ… … Православная энциклопедия